Το ναυάγιο του βοηθητικού ΚΙΧΛΗ

Ἄκουσα τὴ φωνὴ
καθὼς ἐκοίταζα στὴ θάλασσα νὰ ξεχωρίσω
ἕνα καράβι ποὺ τὸ βούλιαξαν ἐδῶ καὶ χρόνια-
τὄ᾿λεγαν «Κίχλη» ἕνα μικρὸ ναυάγιο- τὰ κατάρτια,
σπασμένα, κυματίζανε λοξὰ στὸ βάθος, σὰν πλοκάμια
ἢ μνήμη ὀνείρων, δείχνοντας τὸ σκαρί του
στόμα θαμπὸ κάποιου μεγάλου κήτους νεκροῦ
σβησμένο στὸ νερό. Μεγάλη ἀπλώνουνταν γαλήνη.

Ο Γιώργος Σεφέρης μας μεταφέρει τις εικόνες και τα συναισθήματα που ένιωσε βλέποντας το ναυάγιο του ΚΙΧΛΗ. Τὸ ναυάγιο τῆς «Κίχλης» αποτελεί το τρίτο μέρος από το ποίημα «Κίχλη» που έγραψε ο Σεφέρης τον Οκτώβριο του 1946 ενώ φιλοξενείτω στον Πόρο. Και επρόκειτο για ένα υπαρκτό ναυάγιο, ενός μικρού πλοίου του Πολεμικού Ναυτικού που είχε βυθιστεί τον Απρίλη του 1941 στον Πόρο, ανάμεσα στην ακτή του Ρωσικού Ναυστάθμου και της έναντι αυτού νησίδας Δασκαλειό.

Όποιος αναζητήσει στο διαδύκτιο περισσότερες λεπτομέρειες για το ναυάγιο του ΚΙΧΛΗ, θα πεισθεί οτι ο Σεφέρης κωπηλάτησε μόνος του μέχρι το ναυάγιο και οτι το ταυτοποίησε επειδή «Το όνομα ήταν γραμμένο στην βυθισμένη  πλώρη του σκάφους». Ωστόσο η πραγματικότητα είναι διαφορετική και την αποτυπώνει ο ίδιος ο ποιητής στο έργο του «Μέρες Ε’» όπου αναφέρει:

«Το πρωί πήραμε τη βάρκα και πήγαμε γύρω στο Δασκαλειό για μπάνιο. Ανάμεσα στο νησάκι και στην ακτή βουλιαγμένη η  «Κίχλη». Μόνο η καμινάδα ξεπερνά λίγαδάχτυλα την επιφάνεια. “Τη βούλιαξαν για να μην την πάρουν οι Γερμανοί” μου λένε. Κοιτάξαμε από πάνω. Το νερό αλαφριά ζαρωμένο και το παιχνίδισμα του ήλιου, έκαναν το καταποντισμένο καραβάκι  – φαινότανε αρκετά καθαρά  – με τα τσακισμένα του κατάρτια, να κυματίζει σα σημαία, ή μια θαμπή εικόνα μέσα στο μυαλό. Ο βαρκάρης έλεγε: “Αφού βούλιαξε το ρήμαξαν οι μαυραγορίτες”».

Το ΚΙΧΛΗ ήταν μια από τρείς σιδηρές κανονιοφόρες ατμοημιολίες που είχαν ναυπηγηθεί στα Thames Iron Works στο Blackwall της Αγγλίας το 1884 κατόπιν παραγγελίας της κυβέρνησης του Χαρίλαου Τρικούπη. Είχε εκτόπισμα 86 τόνων και διαστάσεις 24,2 x 4,88 μέτρα, ενώ η ατμομηχανή των 162 ίππων έδινε κίνηση σε μια έλικα κινώντας το σκάφος με ταχύτητα μέχρι 9 κόμβους. Στους δυο ιστούς έφερε βοηθητική ιστιοφορία γολέτας και ήταν οπλισμένο με ένα πυροβόλο των 12 pds και ένα των 6 pds. Το ΚΙΧΛΗ και τα αδελφά του ΚΙΣΣΑ και ΑΗΔΩΝ χρησίμευσαν σε διάφορες αποστολές όπως στη δίωξη του λαθρεμπορίου ενώ συμμετείχαν στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 οπότε το ΚΙΧΛΗ εντάχθηκε στη Δυτική Μοίρα του Στόλου που είχε ως στόχο την υποστήριξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο μέτωπο της Ηπείρου. Το ΚΙΧΛΗ με άλλες μονάδες[1] της Μοίρας αποτέλεσαν τον στολίσκο Ιονίου και στάθμευσαν στη Λευκάδα απ’όπου ελέγχαν τις ναυτικές προσβάσεις προς τον Αμβρακικό ενώ μετέβαιναν στην είσοδο του κόλπου όπου τα μεγαλύτερα πλοία βομβάρδιζαν τα τουρκικά πυροβολεία. Στις 11 Απριλίου ο στολίσκος Ιονίου βομβάρδισε τους Αγίους Σαράντα, διέσωσε γυναικόπαιδα από τα παράλια της Ηπείρου και ακολούθως το ΚΙΧΛΗ και το ΕΥΡΩΤΑΣ προχώρησαν στο ναυτικό αποκλεισμό της Πρέβεζας. Την 1η Μαΐου η Δυτική Μοίρα υποστήριξε την αποβάση στην Νικόπολη και τρείς ημέρες αργότερα την απαγκίστρωση των στρατευμάτων. Αναφέρεται οτι τα τρία αδελφά συμμετείχαν στους Βαλκανικούς Πολέμους, ωστόσο δεν προκύπτει να είχαν κάποια αξιοσημείωτη δράση. Κατόπιν αφοπλίστηκαν και περιορίστηκαν σε βοηθητικά καθήκοντα καθώς οι τεχνολογικές εξελίξεις τα είχαν πλέον θέσει στο περιθώριο. Πάντως το ΚΙΧΛΗ αναφέρεται το 1915 να κάνει περιπολίες για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, ενώ το 1917 επί συμμαχικού ελέγχου χρησίμευσε στην εποπτεία του λιμένος Πειραιώς. Το ΑΗΔΩΝ βυθίστηκε κατόπιν προσάραξης στην Αίγινα το 1924, ενώ το ΚΙΣΣΑ φέρεται να παροπλίσθηκε περί το 1938 μετά από χρόνια χρήσης ως πλοίου υποστήριξης φάρων. Απέμεινε έτσι μόνο το ΚΙΧΛΗ που συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε βοηθητικούς ρόλους.

Λιθογραφία του αδελφού ΑΗΔΩΝ.

Καθώς το σκάφος δεν είχε μαχητική αξία, παρέμεινε μετά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην περιοχή του Κεντρικού Προγυμναστηρίου Πόρου υπό την ευθήνη της Ναυτικής Διοίκησης Τροιζηνίας. Η ευρύτερη περιοχή δέχθηκε επιθέσεις από γερμανικά αεροσκάφη στις 21, 22 και στις 28 Απριλίου οπότε βυθίστηκε η θαλαμηγός ΑΕΛΩ και προκλήθηκαν ζημιές σε δυο οικίες. Μετά την τελευταία επίθεση ο επικεφαλής Πλωτάρχης Ν.Γιγάντες διέταξε την απομάκρυνση του ΚΙΧΛΗ από τις εγκαταστάσεις του Κ.Π. υπό το φόβο οτι η παρουσία του εκεί θα προκαλούσε μια γερμανική αεροπορική επίθεση που θα μπορούσε να δημιουργήσει ζημιές και θύματα στον άμαχο πληθυσμό. Έτσι το ΚΙΧΛΗ μεθόρμησε στον Ρώσικο Ναύσταθμο, ένα μικρό κόλπο στη νοτιοδυτική ακτή του Πόρου που φέρει το όνομα του από την εκεί λειτουργία ρωσικού ναυστάθμου κατά τον 19ο αιωνα. Ο Διοκητής κατόπιν αναφέρει: «Ατυχώς κατά την εσπέρα της επομένης [29ης Απριλίου] άγνωστοι, πιθανώς εκ φόβου ορμώμενοι ή εξ συμπαθείας, προέβησαν εις το άνοιγμα του κρουνού καταδύσεως αυτής, προκαλέσαντες την βραδείαν καταπόντησις αυτής εις θέσιν εξ ής ευκόλως δύναται να ανασυρθεί». Πραγματικά το βάθος στην περιοχή μεταξύ της παραλίας του Ρωσικού Ναυστάθμου και της νησίδας Δασκαλειό δεν υπερβαίνει τα  25 μέτρα και η ανέλκυση ενός τόσο μικρού σκάφους θα ήταν εύκολη υπόθεση. Το ΚΙΧΛΗ δεν αυτοβυθίστηκε για να μην πέσει στα χέρια των Γερμανών, όπως αναφέρουν ορισμένες πηγές, αλλά για να μπορέσει το πλήρωμα του να απαλλαγεί από την υπηρεσία σε αυτό. Σε πίνακα που καταρτίστηκε μεταπολεμικά με τις απώλειες πλοίων κατά τον πόλεμο, συμπεριλαμβάνεται το ΚΙΧΛΗ με την σημείωση «Πόρος, 29.4.41, αυτοεβυθίσθη αδικαιολογήτως παρά του πληρώματος του». Το Κ.Π. είχε απολέσει την επαφή με την εναπομείνασα διοίκηση του Ναυτικού καθώς οι Γερμανοί είχαν ήδη καταλάβει την Αθήνα από τις 27 Απριλίου. Ωστόσο είχε ήδη γίνει γνωστό στη μονάδα οτι οι άλλες υπηρεσίες παραδίδονταν ενώ ορισμένοι είχαν ήδη προσπαθήσει να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους. Σε αυτό το βεβαρυμένο ψυχολογικά κλίμα το πλήρωμα του ΚΙΧΛΗ προφανώς θεώρησε οτι η παραμονή τους στο σκάφος τους εξέθετε σε κίνδυνο και δεν τους επέτρεπε να επιστρέψουν στα σπίτια τους, επομένως αποφάσισαν να απαλλαγούν από αυτό βυθίζοντας το… Η αυτοβύθιση του ΚΙΧΛΗ, έστω και με τον τρόπο που έγινε, στέρησε τους Γερμανούς από τη δυνατότητα να το χρησιμοποιήσουν άμεσα. Λίγες ημέρες αργότερα προχώρησαν στην επίταξη δεκάδων καϊκιών και οποιοδήποτε ατμόπλοιου έπεσε στα χέρια τους προκειμένου να το μεταφέρουν στρατεύματα στην Κρήτη. Δεν είναι καθόλου απίθανο να είχαν χρησιμοποιήσει ακόμη και το ΚΙΧΛΗ εάν είχε πέσει στα χέρια τους άθικτο.

Για το τι απέγινε το σκάφος μετά το 1941, οι πηγές αντιφάσκουν.  Για παράδειγμα η Βικιπαίδεια  αναφέρει: «Αυτοβυθίστηκε στον Πόρο στις 29 Απριλίου 1941. Ανελκύσθηκε από τους Γερμανούς, οι οποίοι εν συνεχεία το χρησιμοποίησαν έως το 1944. Βρέθηκε ανέπαφο μετά την απελευθέρωση και παροπλίσθηκε οριστικά το 1945. Ο Γ. Σεφέρης την είδε μισοβυθισμένη στον Πόρο το 1946.» Ένα πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι πως ο Σεφέρης την είδε μισοβυθισμένη εάν είχε βρεθεί ανέπαφη κατά την απελευθέρωση; Η απάντηση βρίσκεται μάλλον στην παρανόηση της λέξης «ανέπαφη» που μάλλον προέρχεται από μια αναφορά που κάνει ο Ναύαρχος Καββαδίας για το ΚΙΧΛΗ στο βιβλίο του. Καταγράφοντας την τύχη των «μικρών υπηρετικών» κατά την κατάληψη της χώρας ο Ναύαρχος Καββαδίας αναφέρει την ΚΙΧΛΗ – και την ΚΙΣΣΑ με ένδειξη οτι βυθίστηκε κατά την κατάληψη – γράφοντας οτι «ευρέθη ανέπαφος με την απελευθέρωση». Ωστόσο αποτελεί γνώμη του γράφοντος οτι ο Ναύαρχος Καββαδίας ήθελε να καταδείξει οτι το ΚΙΧΛΗ έμεινε ανέπαφο από τους Γερμανούς και όχι οτι δεν υπέστη τα δεινά του πολέμου. Εξάλλου αν το ΚΙΧΛΗ είχε ανελκυστεί από τους Γερμανούς, θα ήταν πραγματικά απίθανο να είχε ξαναβυθιστεί στην ίδια θέση, στον Ρώσικο Ναύσταθμο, όπου το είδε ο Σεφέρης το 1946.

Το ΚΙΧΛΗ.

Ως προς την πληροφορία περί χρήσης από τους Γερμανούς, αυτή πιθανώς προέρχεται από το βιβλίο «Τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού 1829-1999» του Αντιναυάρχου Κ. Παΐζη-Παραδέλη όπου αναφέρεται οτι το ΚΙΧΛΗ «χρησιμοποιήθηκε ως βοηθητικό μέχρι το 1941 και στη συνέχεια από τους Γερμανούς. Μετά την απελευθέρωση μάλλον δεν χρησιμοποιήθηκε.» Ωστόσο σε γερμανικά έγγραφα από τον Οκτώβριο του 1941 με τα ναυάγια που είχαν ήδη ανελκύσει ή σκόπευαν να ανελκύσουν, δεν υπάρχει καμία αναφορά στο ΚΙΧΛΗ. Είναι πολύ πιθανό η παλαιότητα και το μέγεθος του σκάφους να τους οδήγησε στην απόφαση να το αφήσουν ανέπαφο. Τέλος, ως προς την πληροφορία οτι το πλοίο παροπλίστηκε οριστικά το 1945, αυτή προέρχεται από την έκδοση Conway’s All the World’s Fighting Ships και δεν ευσταθεί καθώς για να παροπλισθεί ένα σκάφος θα πρέπει να υφίσταται στη δύναμη του Στόλου, ενώ το ΚΙΧΛΗ παρέμενε τότε ένα βυθισμένο ναυάγιο στον Πόρο.

Όλα οδηγούν στο συμπέρασμα οτι το ΚΙΧΛΗ έχοντας βυθιστεί στις 29 Απριλίου 1941 στον Ρώσικο Ναύσταθμο Πόρου, παρέμεινε εκεί ανέπαφο κατά την Κατοχή και τουλάχιστον μέχρι το 1946. Τότε το είδε ο Σεφέρης που προφανώς πληροφορήθηκε το όνομα του ναυαγίου από τους Ποριώτες μιας και τα γεγονότα ήταν ακόμη νωπά. Εξάλλου δεν μπορεί να είδε το όνομα του πλοίου στην πλώρη του, αφενώς λόγω του βάθους όπου αυτή βρισκόταν και αφέτέρου διότι στα πολεμικά πλοία το όνομα δεν αναγράφεται στην πλώρη. Έκτοτε το ΚΙΧΛΗ δεν έμεινε για πολύ ακόμη στο βυθό του Πόρου. Στο βιβλίο «Το Ναυτικό στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο» ο Αντιπλοίαρχος Ι. Μελισσηνός καταγράφει – περί τα τέλη της δεκαετίας του ’40 – οτι το ναυάγιο του ΚΙΧΛΗ στον Πόρο είχε ήδη ανελκυστεί.

Πίνακας που αναπαριστά κατά προσέγγιση το ΚΙΧΛΗ.

Το τι απέγινε μεταπολεμικά το ανελκυσθέν ναυάγιο του ΚΙΧΛΗ δεν είναι γνωστό. Είναι μάλλον βέβαιο οτι ακόμη και ως ναυάγιο πολεμικού πλοίου παρέμενε στην ιδιοκτησία του Πολεμικού Ναυτικού οπότε οφείλετω να του επιστραφεί. Θα πρέπει να δεχθούμε οτι ένα σκάφος άνω των εξήντα ετών, έχοντας διανύσει τουλάχιστον τα πέντε τελευταία χρόνια εντός του υγρού στοιχείου, δεν θα άξιζε να επισκευαστεί. Αν ευσταθεί και η αναφορά του βαρκάρη που μετέφερε τον Σεφέρη στο Δασκαλειό, οτι το «ρήμαξαν οι μαυραγορίτες» τότε μπορεί το σκάφος να είχε υποστεί και επιπλέον ζημιές. Επομένως θα συμφωνήσουμε με την αναφορά του Αντιναυάρχου Παΐζη-Παραδέλη οτι μετά την απελευθέρωση μάλλον δεν χρησιμοποιήθηκε. Τότε ίσως και τυπικά να παροπλίσθηκε και ακολούθως θα εκποιήθηκε.

 

[1] Το θωρηκτό ΣΠΕΤΣΑΙ, το καταδρομικό ΜΙΑΟΥΛΗΣ, η θωρακοβάρις ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ, ο ατμομυοδρόμωνας ΕΥΡΩΤΑΣ και τα τορπιλλοβόλα 7 και 9.


Ενδεικτική βιβλιογραφία:

  • Καββαδίας Επαμεινώνδας, «Ο Ναυτικός Πόλεμος του 1940 όπως τον έζησα», Αθήνα, 1950.
  • Μελισσηνός Ιωάννης, Το Ναυτικό στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο – Η συνολική προσφορά

της Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας 1940-1945, τόμος Α΄ κ Β΄, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 1995.

  • Νταλούμης Ηλίας, Τα Πλοία του Ναυτικού 1826-2017, Πειραιάς, Ναυτικόν Μουσείο της Ελλάδος, 2017
  • Οικονομόπουλος Ηλίας, Ιστορία του Ελληνοτουρκικού Πολέμου, Αθήνα, 1897
  • Παΐζης-Παραδέλης K., Τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού 1829-1999, Αστραία, 1999
  • Σεφέρης Γιώργος, Μέρες Ε ́, 1945 – 1951, Αθήνα, Ίκαρος, 1977.
  • Conway’s All the World’s Fighting Ships, 1906-1921.
Author: Ομάδα Εναλίων Αποτυπώσεων

Η Ομάδα Εναλίων Αποτυπώσεων (ΟΕΑ) του Εργαστηρίου Τοπογραφίας, στο Τμήμα Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών, συνεργάζεται με τα μέλη της καταδυτικής κοινότητας για την αναζήτηση, την τεκμηρίωση, την μελέτη και την ανάδειξη των ιδιαιτεροτήτων του θαλασσίου περιβάλλοντος, αναλαμβάνοντας συγχρόνως την σχετική ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού. Μέσω εξειδικευμένων προγραμμάτων εκπαίδευσης και ενάλιων δραστηριοτήτων που συντονίζουν ή συμμετέχουν τα μέλη της ΟΕΑ επιδιώκεται η ασφαλής και υπεύθυνη προσέγγιση στα βυθισμένα τεκμήρια της φυσικής και πολιτιστικής μας κληρονομιάς.