Οι τέσσερις “ποταμοί”

Οι ατμομυοδρόμωνες ΑΛΦΕΙΟΣ, ΑΧΕΛΩΟΣ, ΕΥΡΩΤΑΣ και ΠΗΝΕΙΟΣ εντάχθηκαν στη δύναμη του Ελληνικού Στόλου το 1885. Τα ΑΛΦΕΙΟΣ και ΑΧΕΛΩΟΣ παραδόθηκαν από τα ναυπηγεία Thames Iron Works & Shipbuilding Co. στο Blackwall της Αγγλίας, ενώ τα ΠΗΝΕΙΟΣ και ΕΥΡΩΤΑΣ από τα σκωτσέζικα ναυπηγεία Archibald McMillan & Son στο Dumbarton. Τον Απρίλιο του 1934 το ΑΧΕΛΩΟΣ μετονομάστηκε σε ΑΚΤΗ ως ιδιοκτησία του Ι. Πέππα και την ίδια χρονιά οδηγήθηκε σε διαλυτήριο πλοίων. Το ΕΥΡΩΤΑΣ πέρασε στην κυριότητα του Αχιλλέα Χαλκούση το 1945 και ναυάγησε ως ΝΑΓΟΣ στις 26 Ιουλίου 1951 μετά από εισροή υδάτων. Το ΠΗΝΕΙΟΣ έλαβε το ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ ως τελικό όνομα από τον Αχ. Κατζάνη & Σια και βυθίστηκε την 13η Ιανουαρίου 1959 λόγω κακοκαιρίας. Τον Μάιο του 1925 το ΑΛΦΕΙΟΣ μετατράπηκε σε ωκεανογραφικό και μετονομάστηκε σε ΝΑΥΤΙΛΟΣ, το 1936 παροπλίστηκε και το επόμενο έτος μετατράπηκε σε φορτηγίδα χωρίς έκτοτε να γνωρίζει κανείς με σιγουριά τι απέγινε.

Tο 1884 η ελληνική κυβέρνηση ενέκρινε ένα κονδύλι ύψους 1,6 εκατομμυρίων λιρών, προερχόμενο από το δάνειο που είχε λάβει το προηγούμενο έτος, για την απόκτηση τεσσάρων θωρακισμένων πολεμικών πλοίων εκτοπίσματος 5.000 τόνων καθώς και μερικών μικρότερων σκαφών. Τελικά αντί για τα θωρακισμένα σκάφη ναυπηγήθηκαν σε ναυπηγεία της Βρετανίας τέσσερα μικρότερα σκάφη χωρίς θωράκιση, οι ατμομυοδρόμωνες[1] ΑΛΦΕΙΟΣ, ΑΧΕΛΩΟΣ, ΕΥΡΩΤΑΣ και ΠΗΝΕΙΟΣ, οι οποίοι εξαιτίας των ονομάτων τους αποκαλούνταν και «ποταμοί». Τα ΑΛΦΕΙΟΣ και ΑΧΕΛΩΟΣ παραδόθηκαν από τα ναυπηγεία Thames Iron Works & Shipbuilding Co. στο Blackwall της Αγγλίας, ενώ τα ΠΗΝΕΙΟΣ και ΕΥΡΩΤΑΣ από τα σκωτσέζικα ναυπηγεία Archibald McMillan & Son στο Dumbarton. Το κύτος τους που ήταν κατασκευασμένο από χάλυβα είχε διαστάσεις 39,6 x 7,3 μέτρα και είχαν ολική χωρητικότητα 420 κόρων. O Επαμεινώνδας Καββαδίας, Αρχηγός Στόλου το 1940, αναφέρει ότι ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε ότι τα πλοία θα είχαν εκτόπισμα 700 τόνων και ταχύτητα 13 μιλίων αλλά τελικά περιορίσθηκαν κατόπιν παρέμβασης του τότε Υπουργού των Ναυτικών. Ο Καββαδίας μάλιστα αναφέρει ότι αν είχε ακολουθηθεί ο αρχικός σχεδιασμός, τότε τα πλοία θα ήταν χρήσιμα ακόμη και στον πόλεμο του 1940 ως συνοδά νηοπομπών. Τα κάθε σκάφος ήταν εξοπλισμένο με μια ατμομηχανή που απέδιδε 400 ίππους και η μοναδική προπέλα το κινούσε με ταχύτητα 10 μιλίων ανά ώρα. Όμως έφεραν και τρείς ιστούς με πλήρη ιστιοφορία, κάτι που ίσως συντέλεσε στο να θεωρούνται από πολλούς ως τα κομψότερα πλοία του Στόλου. Οι ξένες πηγές κατέγραψαν τα πλοία ως κανονιοφόρους μιας και το καθένας τους ήταν οπλισμένο με δυο πυροβόλα Krupp των 3,7 ιντσών.

Οι τέσσερις ποταμοί

Ναυπηγικό σχέδιο των πλοίων του ναυπηγείο Thames Iron Works (Κ. Φιλίππου)

Τα τέσσερα σκάφη εντάχθηκαν στη δύναμη του Στόλου το 1885 και αποτέλεσαν για τις επόμενες δεκαετίες το βασικό μέσο πρακτικής εκπαίδευσης των ναυτικών δοκίμων. Συγκροτήσανε τη μοίρα των γυμνασίων του στόλου, την Εκπαιδευτική Μοίρα, η οποία εξαιτίας του μαύρου χρώματος που είχαν αρχικά τα σκαριά τους έγινε γνωστή ως «μαύρη Μοίρα». Μιας και τα πρώτα χρόνια της καριέρας τους δρούσαν μαζί, τα πληρώματα αποκαλούσαν τη μοίρα «συμμορία των ατμομυοδρομώνων». Ο ΕΥΡΩΤΑΣ είχε τη φήμη του καλύτερου από τα τέσσερα σκάφη ως προς τη διαγωγή στη θάλασσα και ίσως για αυτό αποτελούσε συνήθως την αρχηγίδα της Εκπαιδευτικής Μοίρας. Τα πλοία συνδράμανε σε αρκετές περιπτώσεις ναυαγίων εμπορικών πλοίων, όπου έσπευσαν να περισυλλέξουν τους ναυαγούς ή και να βοηθήσουν στην αποκόλληση προσαραγμένων σκαφών. Εξάλλου τότε το κράτος δεν διέθετε εξειδικευμένα ναυαγοσωστικά και οι «ποταμοί» ήταν για αρκετά χρόνια από τα πιο γρήγορα πλοία του Στόλου. Ο Ναύαρχος Στυλιανός Λυκούδης αναφέρει σχετικά: «Καθ’ όλη σχεδόν την περίοδο των νιάτων της σταδιοδρομίας μου, εκτός μικρών διακοπών, έτυχε να υπηρετώ συνεχώς στα «ποτάμια» … Τα καραβάκια εκείνα, εκτός των άλλων ωφελημάτων που είχαν παράσχει, ήταν και η τέλεια εκμάθηση των ιδιοτροπιών των ακτών μας. Δεν ήταν όρμος, αγκάλη, νησί, νησόπουλο, κάβος, καβάκι, που να μη το ξέρουμε με όλες τις λεπτομέρειες. Χώρια από αυτή την εκμάθηση, παίρναμε και πείρα του ποιες από τις ιδιοτροπίες των παραλίων μας έπρεπε να μας φοβίζουν, ή μάλλον να μας κάνουν ιδιαίτερα προσεκτικούς∙ δάσκαλοι μας δε σ’ αυτό ήταν τα ναυτικά ατυχήματα, στα οποία δεν έφταιγε κανείς παρά μόνο η  ατυχία..»

Οι τέσσερις ποταμοί

Ένας από τους τέσσερις ποταμούς στα τέλη του 19ου αιώνα

Κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και τα τέσσερα πλοία είχαν ενεργή δράση. Στις 25 Ιανουαρίου, πριν την κήρυξη του πολέμου, μια ελληνική μοίρα στην οποία συμμετείχε το ΠΗΝΕΙΟΣ (κυβερνήτης Ι. Δαμιανός) απέπλευσε προκειμένου να παρεμποδίσει τη μεταφορά τουρκικών ενισχύσεων στην Κρήτη και τον ανεφοδιασμό των εκεί δυνάμεων της. Το ΠΗΝΕΙΟΣ αναχώρησε έμφορτο με εφόδια και τροφές και ρυμουλκώντας δυο υδροφόρες για να εφοδιαστούν τα πλοία του Στόλου. Το ΑΛΦΕΙΟΣ με κυβερνήτη τον τότε Πλωτάρχη Παύλο Κουντουριώτη, συνόδευσε τα πλοία που αποβίβασαν στις 2 Φεβρουαρίου 1897, στη θέση Κολυμπάρι των Χανίων το εκστρατευτικό σώμα του Συνταγματάρχη Τ. Βάσσου, προς υποστήριξη του χριστιανικού πληθυσμού του νησιού. Προς το τέλος της αποβίβασης, δημιουργήθηκε αναταραχή όταν εκλήφθη το καταπλέον ΠΗΝΕΙΟΣ ως εχθρικό πλοίο. Το ΠΗΝΕΙΟΣ έφερε κυβερνητική εντολή για την αλλαγή της τοποθεσία της απόβασης, κάτι που δεν είχε πλέον νόημα καθώς η απόβαση είχε ήδη ολοκληρωθεί. Και οι τέσσερις ατμομυοδρόμωνες παρέμειναν στις ακτές της Κρήτης παρά τις πιέσεις των Συμμαχικών δυνάμεων για απομάκρυνση τους. Επίσης το ΠΗΝΕΙΟΣ παρεμπόδισε με άσφαιρες βολές τον απόπλου Τουρκικού εμπορικού πλοίου από τη Σούδα. Οι κυβερνήτες τους που είχαν λάβει μια διαταγή που ανέφερε «Να αντιτάξουν δίκαιον βίαν κατ’ αδίκου βίας, έστω και με κίνδυνον καταβύθισης των σκαφών τους» κατάφεραν να αποβιβάσουν εφόδια για τους Κρήτες. Όταν τα Συμμαχικά θωρηκτά τους απείλησαν ότι θα τους βυθίσουν, ο Κουντουριώτης δεν δίστασε να σημάνει πολεμική έγερση και να επανδρώσει το μοναδικό κανόνι του ΑΛΦΕΙΟΣ. Μπροστά σε αυτή την αποφασιστικότητα, οι Σύμμαχοι δεν επέμειναν και τα ελληνικά πλοία ολοκλήρωσαν την αποστολή τους. Στις 6/18 Απριλίου 1897 ξέσπασε ο ελληνοτουρκικός πόλεμος και ο Στόλος έσπευσε να καλύψει τις επιχειρήσεις στις ακτές της Θεσσαλίας και της Ηπείρου. Το ΕΥΡΩΤΑΣ βομβάρδισε μαζί με τα υπόλοιπα πλοία της Δυτικής Μοίρας τα τουρκικά οχυρά στην είσοδο του Αμβρακικού Κόλπου και ακολούθως συνέδραμε στον αποκλεισμό των Ηπειρωτικών παραλίων εκτελώντας περιπολίες. Το ΑΛΦΕΙΟΣ αποσπάστηκε στην Ανατολική Μοίρα και στις 10 Απριλίου βομβάρδισε τις θέσεις φύλαξης τουρκικών εφοδίων στη Σκάλα Λεπτοκαρυάς. Την επομένη, έγινε αντιληπτό ότι οι ζημιές που είχαν προκληθεί δεν ήταν επαρκείς και για αυτό αποβιβάστηκε άγημα από μέλη του πληρώματος του ΑΛΦΕΙΟΣ και των τορπιλοβόλων 14 και 16. Όμως το άγημα έγινε αντιληπτό από την τουρκική φρουρά που αντέδρασε με καταιγισμό πυρών από τα οποία έχασαν τη ζωή τους ο κυβερνήτης του τορπιλοβόλου 16 Εμμ. Αντωνιάδης, ο ναύτης του ίδιου σκάφους Αθαν. Κουτσογιανόπουλος και ο ναύτης του ΑΛΦΕΙΟΣ Ι. Γολέμης. Αυτοί οι τρείς ήταν και οι μοναδικές έμψυχες απώλειες του Πολεμικού Ναυτικού κατά το πόλεμο του 1897.

Στην Ανατολική Μοίρα εντάχθηκαν και τα ΠΗΝΕΙΟΣ και ΑΧΕΛΩΟΣ και μαζί με το ΑΛΦΕΙΟΣ τους ανατέθηκε τον Απρίλιο του 1897 ο αποκλεισμός του Θερμαϊκού κόλπου. Κατά την άσκηση αυτών των καθηκόντων, εντοπίστηκε στις 30 Απριλίου από τον ατμομυοδρόμωνα ΠΗΝΕΙΟΣ (Πλωτάρχης Ι. Μιαούλης) και το τορπιλοβόλο 14 (Υποπλοίαρχος Κανελλόπουλος), το υπό τουρκική σημαία επιβατηγό ατμόπλοιο ΓΕΩΡΓΙΟΣ να πλέει κοντά στην Τένεδο. Στην νηοψία που ακολούθησε αποκαλύφθηκε ότι το πλοίο μετέφερε 100 Αιγύπτιους εθελοντές, όπλα και πυρομαχικά και έτσι κατασχέθηκε και ρυμουλκήθηκε στον Πειραιά. Το ΓΕΩΡΓΙΟΣ που αποτέλεσε το πρώτο λάφυρο πολέμου του Στόλου μετά από τους αρχικούς αγώνες της απελευθέρωσης, παρέμεινε για αρκετούς μήνες δεμένο στο Ξαβέρι και στη συνέχεια εντάχθηκε στη δύναμη του Πολεμικού Ναυτικού λαμβάνοντας το όνομα ΚΡΗΤΗ.

Οι τέσσερις ποταμοί

Το ΑΧΕΛΩΟΣ μετά την υιοθέτηση του λευκού χρώματος στους τέσσερις «ποταμούς»

Το ΑΛΦΕΙΟΣ είχε μια σημαντική επιτυχία όταν στις 6 Μαΐου το πλήρωμα του ανακάλυψε ότι το αυστρο-ουγγρικό ατμόπλοιο MINERVA μετέφερε ένα λόχο Τούρκων στρατιωτών. Συνεπικουρούμενο από το βοηθητικό ΚΑΝΑΡΗΣ συνέλαβαν το πλοίο, το οποίο στη συνέχεια επεστράφη στους ιδιοκτήτες του. Το ΑΛΦΕΙΟΣ επιλέχθηκε το χειμώνα του 1902 για να πραγματοποιήσει περιπολίες στα παράλια της Θεσσαλίας. Υπήρχαν τότε πληροφορίες ότι το βουλγαρικό κομιτάτο θα χρησιμοποιούσε πλοιάρια για κάποιας μορφής εισβολή στις ακτές της περιοχής, κάτι που δεν πραγματοποιήθηκε καθώς τελικά ήταν αποκυήματα της φαντασίας κάποιων επ’ αμοιβή πληροφοριοδοτών.

Το 1902 τα τέσσερα σκάφη έπαψαν να κινούνται και με τη χρήση ιστίων καθώς αυτά αφαιρέθηκαν. Την επόμενη χρονιά το ΕΥΡΩΤΑΣ και το ΑΧΕΛΩΟΣ χρησιμοποιήθηκαν στα πειράματα ασύρματης επικοινωνίας που πραγματοποίησε ο Γάλλος φυσικός Edouard Branly. Τα δυο πλοία εξοπλίστηκαν με τη συσκευή του Branly, μια ηλεκτρομηχανή και ένα ειδικό ιστίο ύψους 3 μέτρων προκειμένου να επικοινωνούν με τον επίγειο ασύρματο σταθμό που είχε τότε δημιουργηθεί στην Καστέλα. Τα πειράματα στέφθηκαν με επιτυχία αλλά χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να επεκταθεί η ασύρματη επικοινωνία σε όλες τις μονάδες του Ναυτικού. Στη συνέχεια οι ατμομυοδρόμωνες συνέχισαν σε εκπαιδευτικά καθήκοντα, πραγματοποιώντας πλόες με δοκίμους ακόμη και στο εξωτερικό. Για παράδειγμα, τα ΑΧΕΛΩΟΣ και ΕΥΡΩΤΑΣ έπλευσαν το καλοκαίρι του 1908 ως τη Μεσσήνη της Σικελίας. Τον Ιανουάριο του 1909 θεωρήθηκε ότι τα ΑΛΦΕΙΟΣ, ΠΗΝΕΙΟΣ και ΑΧΕΛΩΟΣ δεν ήταν πλέον κατάλληλα για την εκτέλεση γυμνασίων και εικαζόταν ότι θα χρησίμευαν στη δίωξη του λαθρεμπορίου. Ωστόσο τα πλοία συνέχισαν τους πλόες τους και το ΑΧΕΛΩΟΣ πραγματοποίησε το θερινό πλου των δοκίμων καταπλέοντας στον Τάραντα, τη Μάλτα και το Παλέρμο.

Κατά την έκρηξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου το 1912, οι «ποταμοί» χαρακτηρίστηκαν ως απόστολα πλοία, πιθανότατα στα πρότυπα του βρετανικού όρου dispatch vessel, όπου ως τέτοια αποκαλούνταν τα πλοία που μετέφεραν μηνύματα όταν δεν υπήρχε άλλος πιο ασφαλής ή ταχύτερος τρόπος. Κατόπιν υπήχθησαν στην Μοίρα Ιονίου υπό τον Πλοίαρχο Ι. Δαμιανό, με το ΑΛΦΕΙΟΣ να φέρει το σήμα του αρχικυβερνήτη. Έτσι μετέβησαν στη Λευκάδα από την οποία ελέγχαν την είσοδο του Αμβρακικού κόλπου προκειμένου να συμβάλουν στον αποκλεισμό της Πρέβεζας και να αποτρέψουν τη διαφυγή των σκαφών της εκεί τουρκικής ναυτικής βάσης. Σε αυτή βρισκόντουσαν τα τορπιλοβόλα ANTALYA και TOKAD καθώς και οι μικρές ακτοφυλακίδες Νο.9 και Νο.10. Δυο ημέρες μετά την κατάληψη της Πρέβεζας και την αυτοβύθιση των τεσσάρων τουρκικών σκαφών, η Μοίρα Ιονίου διαλύθηκε και οι τέσσερις «ποταμοί» στάλθηκαν στην Κέρκυρα απ’ όπου υποστήριξαν τη συνεχιζόμενη στρατιωτική εκστρατεία στην Ήπειρο. Τα πλοία εκτελούσαν περιπολίες από την Πάργα  μέχρι τις ακτές της βόρειας Αλβανίας με στόχο τον αποκλεισμό των εκεί τουρκικών δυνάμεων. Χαρακτηριστικό είναι ότι όταν ο Βασιλιάς του Μαυροβουνίου Νικόλαος πληροφορήθηκε για την παρουσία των μικρών πολεμικών στην περιοχή της Σκόδρας, αστειευόμενος τα αποκάλεσε «ο στόλος μου».

Στις 15/28 Οκτωβρίου 1912 ένας από τους ατμομυοδρόμωνες εντοπίζει το ατμόπλοιο NEVA, υπό αγγλική σημαία και νηολογημένο στην Κωνσταντινούπολη, να πλέει στα ανοιχτά των Αγίων Σαράντα. Το σκάφος μετέφερε ζωοτροφές και χιλιάδες πέταλα τα οποία εκτιμήθηκε ότι προορίζονταν για τον τουρκικό στρατό της Αλβανίας. Το NEVA οδηγήθηκε στην Κέρκυρα όπου κατασχέθηκε το φορτίο αλλά το πλοίο αφέθηκε ελεύθερο. Στις 5 Νοεμβρίου, οι ατμομυοδρόμωνες ΕΥΡΩΤΑΣ, ΑΧΕΛΩΟΣ και ΠΗΝΕΙΟΣ, υπό την διοίκηση του Αντιπλοίαρχου Κ. Γεωργαντά, υποστήριξαν την αποβίβαση των ελληνικών δυνάμεων που προχώρησαν, μετά από σύντομη συμπλοκή, στην απελευθέρωση της Χειμάρρας. Καθ’ όλη την διάρκεια της παραμονής των ελληνικών τμημάτων στη Χειμάρρα, τα πλοία του Στόλου παρείχαν γενική υποστήριξη, ενισχύοντας έτσι το αίσθημα ασφαλείας των στρατιωτικών τμημάτων και του ντόπιου πληθυσμού. Στις 9/22 Νοεμβρίου οι ατμομυοδρόμωνες ΕΥΡΩΤΑΣ, ΑΧΕΛΩΟΣ και ΠΗΝΕΙΟΣ στάλθηκαν σε περιπολίες στον κόλπο του Αυλώνα στην Βόρεια Ήπειρο, με σκοπό την εξακρίβωση των εχθρικών δυνάμεων, ώστε να ληφθεί η απόφαση εκτελέσεως ή μη της επιχείρησης κατάληψης του Αυλώνα. Στα πλαίσια της αποστολής, αποβιβάσθηκε ναυτικό άγημα στη νήσο Σάσωνα η οποία βάση της συνθήκης προσάρτησης των Ιονίων νήσων του 1864 ανήκε στην Ελλάδα. Στη διάρκεια των επιχειρήσεων στη βορειοηπειρωτική ακτή, ο ΑΛΦΕΙΟΣ δέχθηκε σε δυο περιπτώσεις εύστοχα πυρά από εχθρικές θέσεις χωρίς όμως να υποστεί σημαντικές βλάβες. Ακολούθησε στις 24 Νοεμβρίου η αποβίβαση του 1ου Συντάγματος Πεζικού στους Αγίους Σαράντα, η οποία έγινε με δια πυρών υποστήριξη από τους ατμομυοδρόμωνες ΕΥΡΩΤΑΣ, ΑΧΕΛΩΟΣ και ΠΗΝΕΙΟΣ. Ωστόσο η προώθηση του Συντάγματος προς το Δέλβινο δεν ολοκληρώθηκε έγκαιρα με αποτέλεσμα οι ελληνικές δυνάμεις να υποχωρήσουν σε οχυρές θέσεις γύρω από τους Αγίους Σαράντα και τελικά να αποχωρήσουν επιστρέφοντας στα ατμόπλοια που ανέμεναν. Υπό την προστασία της Μοίρας των ατμομυοδρομώνων απέπλευσαν για την Κέρκυρα και από εκεί για την Πρέβεζα. Τις επόμενες ημέρες τα τέσσερα σκάφη μετέφεραν από το Βουθρωτό στην Κέρκυρα άμαχους Έλληνες που υπό το φόβο αντεκδικήσεων εγκατέλειπαν την βορειοηπειρωτική ακτή. Το Φεβρουάριο του 1913 οι τρείς ατμομυοδρόμωνες – ο ΠΗΝΕΙΟΣ βρισκόταν για επισκευές στο Ναύσταθμο μετά από μια προσάραξη – προσκολλήθηκαν στη Μοίρα που είχε καταπλεύσει στην Κέρκυρα υπό τον Πλοίαρχο Μιαούλη. Η αποστολή της Μοίρας ήταν η προστασία των μεταγωγικών που μετέφεραν τα Σερβικά στρατεύματα και έτσι τα πλοία της Μοίρας περιπολούσαν από το ύψος της νήσου Σάσωνα μέχρι το Δυρράχιο. Στις 12 Μαρτίου καταφθάνει στην περιοχή το τουρκικό καταδρομικό HAMIDIYE που γίνεται αντιληπτό από το τορπιλοβόλο ΛΟΓΧΗ, αλλά καθώς χάνεται η επαφή μαζί του, καταφέρνει να φθάσει στον Άγιο Ιωάννη της Μεδούης όπου βάλει με επιτυχία εναντίον των ελληνικών εμπορικών πλοίων που μετέφεραν Σέρβους στρατιώτες. Τρεις ημέρες αργότερα το HAMIDIYE περνάει τα στενά του Οτράντο διαφεύγοντας προς νότο και σύμφωνα με τη τουρκική βιβλιογραφία συναντάει το ΕΥΡΩΤΑΣ και βάλει εναντίον του με επιτυχία πρώτού διαφύγει. Η συνάντηση αυτή δεν επιβεβαιώνεται από την ελληνική βιβλιογραφία και είναι απορίας άξιο γιατί το ισχυρά οπλισμένο HAMIDIYE θα διέφευγε στη θέα του ουσιαστικά άοπλου ΕΥΡΩΤΑΣ. Είναι χαρακτηριστικό ότι κύκλοι του Ναυτικού θεωρούσαν ευτύχημα ότι στις 12 Μαρτίου το HAMIDIYE είχε συναντηθεί με το ταχύτερο ΛΟΓΧΗ και όχι με το αργό και απροστάτευτο ΕΥΡΩΤΑΣ.

Οι τέσσερις ποταμοί

Ναυπηγικό σχέδιο του ΠΗΝΕΙΟΣ (Κ. Φιλίππου)

Τον Αύγουστο του 1913 το ΕΥΡΩΤΑΣ στάλθηκε στη Μαρώνεια επιβλέποντας την αποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων από τα Θρακικά παράλια σύμφωνα με τα όσα όριζε η Συνθήκη του Βουκουρεστίου.

Μετά την παρέμβαση των Συμμάχων στην Ελλάδα, ένα μεγάλο μέρος του Στόλου πέρασε το Σεπτέμβριο του 1916 σε γαλλικό έλεγχο. Ανάμεσα στα πλοία που ύψωσαν τη γαλλική σημαία ήταν και τα ΕΥΡΩΤΑΣ, ΑΧΕΛΩΟΣ και ΑΛΦΕΙΟΣ τα οποία κατασχέθηκαν στο Ναύσταθμο Σαλαμίνος. Παρά το ανώμαλο της κατάστασης, ο ΠΗΝΕΙΟΣ επεστράφη μετά από ένα μήνα για να συνεχίσει στα καθήκοντα που είχε πρόσφατα αναλάβει, δηλαδή τον ανεφοδιασμό των φάρων και τη συντήρηση του φαρικού δικτύου υπαγόμενο στην Υπηρεσία Φάρων. Κατόπιν το ΑΛΦΕΙΟΣ χρησίμευσε ως «ευκαιρία» δηλαδή ως σκάφος μεταφοράς προσωπικού από τον Πειραιά προς το Ναύσταθμο. Μετά από την σταδιακή επιστροφή των πλοίων στο ελληνικό Π.Ν. το 1917-1918, το ΕΥΡΩΤΑΣ δεν επανήλθε σε ενεργό υπηρεσία. Υστερα από αυτή την περίοδο το ΑΧΕΛΩΟΣ αποτέλεσε την έδρα της Διοίκησης Αμύνης Σαρωνικού παραμένοντας ελιμενισμένο στον Πειραιά μέχρι τον Ιανουάριο του 1922 οπότε και αντικαταστάθηκε από το θωρηκτό ΨΑΡΑ. Το ΑΛΦΕΙΟΣ επιλέκτηκε να παραχωρηθεί το 1919 στην Υδρογραφική Υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού για να χρησιμοποιηθεί σε χαρτογραφήσεις και άλλες υπηρεσίες. Το 1920-21 το ΑΛΦΕΙΟΣ ανέλαβε να χαρτογραφήσει τις Μικρασιατικές ακτές κατά το διάστημα που τελούσαν υπό ελληνική διοίκηση. Στο πλαίσιο των νέων του καθηκόντων, τοποθετήθηκαν στο σκάφος δυο ταχυβόλα Krupp 75/40 που είχαν αφαιρεθεί από το ναυάγιο του τουρκικού θωρηκτού FETH I-BULEND στη Θεσσαλονίκη.

Οι τέσσερις ποταμοί

Το ΑΛΦΕΙΟΣ ως υδρογραφικό (Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού)

Το Μάρτιο του 1921 το πλοίο αντικατέστησε το τορπιλοβόλο ΔΑΦΝΗ σε περιπολίες στον κόλπο του Αδραμμυτίου με σκοπό να αποτρέπει την κάθοδο Τσετών στις παράλιες περιοχές. Στο τέλος της Μικρασιατικής εκστρατείας, το Σεπτέμβριο του 1922, το πλοίο υποβοήθησε την εκκένωση μέρους του εκστρατευτικού σώματος στη Χίο. Με το κίνημα των στρατιωτικών κατά της κυβέρνησης και του βασιλιά να βρίσκεται σε εξέλιξη, το ΑΛΦΕΙΟΣ έβαλε με το πυροβόλο του εναντίον του ατμόπλοιου ΤΗΝΟΣ όταν αυτό παρέκλινε της πορείας του. Το ΤΗΝΟΣ δεν εβλήθη και έφτασε στη Χίο προκειμένου να αποβιβάσει τον Πλαστήρα σε παράβαση των εντολών που τον ήθελαν να μεταβεί στη Μυτιλήνη. Κατόπιν το ΑΛΦΕΙΟΣ μετέβη στη Σάμο από όπου στις 10 Σεπτεμβρίου παρέλαβε τους δοκίμους που επέβαιναν στο καταδρομικό ΈΛΛΗ για να τους μεταφέρει στον Πειραιά. Αφού χρησιμοποιήθηκε για ένα διάστημα ως «ευκαιρία», αποφασίστηκε το 1925 η μετατροπή του ΑΛΦΕΙΟΣ σε ωκεανογραφικό και το Μάιο του ίδιου έτους μετονομάστηκε σε ΝΑΥΤΙΛΟΣ. To σκάφος πρόσφερε επί έτη πολύτιμες υπηρεσίες ενώ τα επόμενα πρώτα χρόνια χρησιμοποιήθηκε και ως εκπαιδευτικών των Ναυτικών Δοκίμων.

Οι τέσσερις ποταμοί

Το ωκεανογραφικό ΝΑΥΤΙΛΟΣ στη Θήρα (Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού)

Το 1925 τα πλοία είχαν ήδη συμπληρώσει σαράντα χρόνια υπηρεσίας, έτσι το ΑΧΕΛΩΟΣ οδηγήθηκε σε παροπλισμό. Το Φεβρουάριο του 1926 ανακοινώθηκε πως τα ΕΥΡΩΤΑΣ και ΑΧΕΛΩΟΣ θα εκποιηθούν σε επικείμενη πλειοδοτική δημοπρασία από το τότε υπουργείο των Ναυτικών. Το  ΑΧΕΛΩΟΣ ήταν το πρώτο που εκποιήθηκε, το Μάρτιο του 1927, στον Παν. Σοφιανό ο οποίος κατέβαλε 225 χιλιάδες δραχμές. Αφού προέβη σε αφαίρεση διαφόρων εξαρτημάτων, παραχώρησε την κυριότητα του στον Ι. Πέππα ως ενέχυρο αντί δανείου 143 χιλιάδων δραχμών και το σκάφος μετασκευάστηκε σε σλέπι. Τον Απρίλιο του 1934 μετονομάστηκε ΑΚΤΗ αλλά την ίδια χρονιά οδηγήθηκε σε διαλυτήριο πλοίων.

Το ΕΥΡΩΤΑΣ εκποιήθηκε το 1934 στον πλοίαρχο Σοφ. Ιωάννου για να μετατραπεί σε ιστιοφόρο φορτηγό και νηολογήθηκε στις Σπέτσες. Το πλοίο που μετονομάστηκε ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ είχε αρχικά είχε δηλωθεί ότι είχε ναυπηγηθεί το 1931 κάτι που αργότερα διορθώθηκε, ενώ καταμετρήθηκε στους 290 κόρους ολικής χωρητικότητας. Το 1938 μετανηολογήθηκε στο Λαύριο και κατόπιν στο νηολόγιο ιστιοφόρων Πειραιά όπου καταχωρήθηκε ως πετρελαιοκίνητο ιστιοφόρο. Τον Ιανουάριο του 1940 πουλήθηκε στην «Α.Ε. Ι. Φ. Κωστόπουλος» με έδρα την Καλαμάτα και μετονομάστηκε σε ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ, ενώ τον Μάρτιο του 1941 πουλήθηκε στην Α.Ν.Ε. Ναγός του εφοπλιστή Αρ. Ξυλά. Σύντομα όμως το πλοίο έπεσε στα χέρια των Γερμανών και χρησίμευσε σε δικές τους αποστολές, μέχρι που τον Οκτώβριο του 1944 βυθίστηκε από τους ίδιους στη Θεσσαλονίκη κατά την αποχώρηση τους. Το ναυάγιο του ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ έτυχε της προσοχής του Αχιλλέα Χαλκούση, γαμπρού της οικογένειας Ξυλά, ο οποίος έψαχνε ένα μέσο για να μεταφέρει γεωργικά προϊόντα προς την Αίγυπτο. Ανελκύστηκε τον Απρίλιο του 1945 και επισκευάστηκε στον Πειραιά με βάση τα σχέδια που συνέταξε ο ναυπηγός Αλέξανδρος Φιλίππου. Με την ολοκλήρωση των εργασιών ανακαταμετρήθηκε σε 290 κ.ο.χ. και μετονομάστηκε σε ΝΑΓΟΣ, ξεκινώντας πλόες στην ανατολική Μεσόγειο.

Οι τέσσερις ποταμοί
Οι τέσσερις ποταμοί

Το ανελκυσθέν ναυάγιο του ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ (αριστερά) και το μότορσιπ ΝΑΓΟΣ (δεξιά) (συλλογή Αχ. Χαλκούση μέσω Γ. Φουστάνου)

Στις 26 Ιουλίου 1951, το ΝΑΓΟΣ βρισκόταν στο μέσο ενός ταξιδιού του από τη Θεσσαλονίκη προς την Αλεξάνδρεια με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς. Το φορτηγό πλοίο έπλεε νότια της Ανάφης όταν εντοπίστηκε βλάβη στο μηχανοστάσιο και εισροή υδάτων με αποτέλεσμα το πλοίο να μείνει σύντομα ακυβέρνητο και δυο ώρες αργότερα να βυθιστεί, 6 μίλια δυτικά της νήσου Παχειά, αφού πρώτα το εγκατέλειψε με ασφάλεια το πλήρωμα του.

Παρόμοια τύχη είχε και το ΠΗΝΕΙΟΣ το οποίο παροπλίστηκε το 1928 (ή κατά άλλες πηγές το 1930) και εκποιήθηκε το 1931 στον γαιανθρακέμπορο Νικ. Παναγιωτόπουλο, ο οποίος αφαίρεσε τη μηχανή, τους λέβητες, τη καπνοδόχο, τα ιστία, τις άγκυρες και τις έλικες. Το σκαρί που απέμεινε πουλήθηκε ξανά το 1932 στον Π. Κοκκινογούλη και μετασκευάστηκε στο πετρελαιοκίνητο φορτηγό πλοίο ΚΑΤΙΝΑ ΚΟΚΚΙΝΟΓΟΥΛΗ. Το 1934 πουλήθηκε στην «Ελληνική Εταιρία Οίνων & Οινοπνευμάτων» οπότε και πήρε το όνομα ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ. Το πλοίο βυθίστηκε το Φεβρουάριο του 1941 στο Κατάκολο εξαιτίας διάνοιξης του κελύφους του. Το ναυάγιο του πουλήθηκε το 1948 στον Αχ. Κατζάνη & Σια και ανελκύστηκε. Παρά τις φθορές που είχε προκαλέσει η πολυετής παραμονή του στο υγρό στοιχείο αλλά και τα 60 πλέον χρόνια του, κρίθηκε ότι μπορούσε να επισκευαστεί. Οι εργασίες ανακατασκευής πραγματοποιήθηκαν το 1949 -50 σε σχέδια του ναυπηγού Αλέξανδρου Φιλίππου και με την ολοκλήρωση τους το σκάφος μετονομάστηκε σε ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ. Ανακαταμετρήθηκε στους 266 κόρους ολικής χωρητικότητας και οι διαστάσεις του καταγράφηκαν ως 43,32 μέτρα μήκος, 7,64 πλάτος και βάθος από καταστρώματος μέτρησης 3,96 μέτρα. Συνέχισε να ταξιδεύει κάνοντας ακτοπλοϊκές μεταφορές μέχρι τις 13 Ιανουαρίου 1959. Εκείνη την ημέρα απέπλευσε από τον Πειραιά με δεκαμελές πλήρωμα και με προορισμό το Πόρτο Λάγος, αλλά το πλοίο συνάντησε δυσμενείς καιρικές συνθήκες με αποτέλεσμα να απωλέσθηκε αύτανδρο στις ανατολικές ακτές της Αττικής.

Το ΝΑΥΤΙΛΟΣ ήταν το τελευταίο από τους τέσσερις «ποταμούς» που παρέμεινε στην υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού. Τελικά το σκάφος παροπλίστηκε το 1936 και το επόμενο έτος μετατράπηκε σε φορτηγίδα.

Οι τέσσερις ποταμοί

Το ΝΑΥΤΙΛΟΣ μετά την αχρήστευση του και τη μετατροπή του σε φορτηγίδα (Ναυτική Ελλάς)

Ο παροπλισμός του ΝΑΥΤΙΛΟΣ παρουσιάστηκε στη Ναυτική Ελλάδα της εποχής σε ένα εξαιρετικό ανυπόγραφο άρθρο που κατέληγε: «Αυτό είναι το πλοίο που, σαν ένας γέρος ναυτικός που πάλεψε με τη θάλασσα και τη φωτιά, ετοιμάζεται τώρα, με την ικανοποίηση που φέρνει η εκτέλεση του καθήκοντος, να δεχθεί το αναπόφευκτο και μοιραίο για όλους και για όλα, τέλος. Ένα τέλος, όμως τόσο ωραίο, στεφανωμένο με χλωρές δάφνες, ραντισμένες με θαλασσινή αρμύρα, που θα το συνοδεύουν οι γλυκές αναμνήσεις ενός ολόκληρου κόσμου του παρελθόντος και του παρόντος που έζησε, εργάσθηκε και απέδωσε επάνω στο σημερινό άψυχο κουφάρι του.»

Το τι απέγινε το ΝΑΥΤΙΛΟΣ μετά την μετατροπή του σε φορτηγίδα δεν έχει διαπιστωθεί ακόμη. Μια ενδιαφέρουσα υπόθεση που απαιτεί περαιτέρω μελέτη είναι το κατά ποσό υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στο ΝΑΥΤΙΛΟΣ και στο φορτηγό πλοίο ΠΟΛΥΒΙΟΣ. Το ΠΟΛΥΒΙΟΣ νηολογήθηκε στον Πειραιά το 1948, χωρίς να αναφέρεται η προέλευση του, ενώ οι διαστάσεις τού καταγράφηκαν ως 269 κ.ο.χ. και 42,1 x 7,4 μέτρα. Η πιθανότητα συσχέτισης με το ΝΑΥΤΙΛΟΣ προέκυψε από το ότι τα Lloyd’s Registers αναφέρουν πως το ΠΟΛΥΒΙΟΣ προηγουμένως ονομαζόταν ΑΛΦΕΙΟΣ. Η ως τώρα έρευνα δεν έχει εντοπίσει κάποιο άλλο προπολεμικό σκάφος με το όνομα ΑΛΦΕΙΟΣ πέραν από τον ατμομυοδρόμωνα ΑΛΦΕΙΟΣ. Αν και ο ατμομυοδρόμωνας είχε μετονομαστεί από το 1925 σε ΝΑΥΤΙΛΟΣ, υπάρχει η περίπτωση κάποιος επιθεωρητής των Lloyd’s να παρατήρησε στο σκάφος κάποια επιγραφή που ανέφερε το αρχικό του όνομα. Επίσης, οι διαστάσεις του ΑΛΦΕΙΟΣ ήταν πολύ κοντά σε αυτές του ΠΟΛΥΒΙΟΣ. Δυστυχώς το Lloyd’s αναφέρει ως ημερομηνία ναυπήγησης του ΠΟΛΥΒΙΟΣ το 1935 και ως τόπο ναυπήγησης τη Σάμο. Ασφαλώς αυτό είναι λάθος μιας και στη Σάμο δεν ναυπηγήθηκαν ποτέ σιδηρά σκάφη. Πιθανώς το Lloyd’s συγχέει το ξύλινο ιστιοφόρο ΠΟΛΥΒΙΟΣ που είχε ναυπηγηθεί το 1936 στο Τηγάνι της Σάμου, με το μεταπολεμικό ΠΟΛΥΒΙΟΣ.

Αν και η συσχέτιση ανάμεσα στον ατμομυοδρόμωνα και το ΠΟΛΥΒΙΟΣ δεν είναι διαπιστωμένη, ας αναφέρουμε ότι το φορτηγό πλοίο πουλήθηκε το 1948 από τον Ε. Βεναρδή στον Π. Κρασσακόπουλο και ξανά το 1952 σε Παναμαϊκή εταιρία που το μετονόμασε σε MARE NOSTRUM. Το 1954 πουλήθηκε στη Vinalmar S.A. της Γενεύης, μετασκευάστηκε σε δεξαμενόπλοιο μεταφοράς κρασιού και μετονομάστηκε TINTO, υπό σημαία Κόστα Ρίκα. Το 1960 επιμηκύνθηκε στα 46,8 μέτρα και οι κόροι ολικής χωρητικότητας αυξήθηκαν στους 388. Το 1967 μετονομάστηκε TRANSVIN υπό την ίδια ιδιοκτησία αλλά υπό σημαία Παναμά. Όμως στις 21 Νοεμβρίου 1969 εξαφανίστηκε ενώ έπλεε έμφορτο με κρασί από το Ηράκλειο προς τη Γαλλία, έχοντας προφανώς βυθιστεί αύτανδρο.

Οι τέσσερις ποταμοί

Το ΠΟΛΥΒΙΟΣ όταν ονομαζόταν ΤΙΝΤΟ


[1] πλοίο με ιστιοφορία μυοδρόμωνος και με ατμομηχανή για βοηθητική πρόωση.

Ενδεικτικές πηγές

Μίλεσης Στέφανος, Το μυστικό πείραμα της Καστέλλας, pireorama.blogspot.gr, 2012.

Ντούνης Χρήστος, Τα ναυάγια στις ελληνικές θάλασσες – 1951-2000, Finatec Α. Ε., 2001.

Παΐζης-Παραδέλης K., Τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού 1829-1999, Αστραία, 1999

Φιλίππου Κωνσταντίνου, Ναυπηγικές ηλεκτρονικές καταγραφές (cd), 2008.

Ένα καράβι που πεθαίνει, Ναυτική Ελλάς, Οκτώβριος 1936.

«Σκρίπ» (εφημερίδα), Ιστορία του Ναυτικού Πολέμου 1912 – 1913.

Νηολόγιο Πειραιώς

Το άρθρο είναι εμπλουτισμένη εκδοχή του άρθρου που φιλοξένησε το περιοδικό Ναυτική Ελλάς τον 4 & 5/2015.

Author: Ομάδα Εναλίων Αποτυπώσεων

Η Ομάδα Εναλίων Αποτυπώσεων (ΟΕΑ) του Εργαστηρίου Τοπογραφίας, στο Τμήμα Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών, συνεργάζεται με τα μέλη της καταδυτικής κοινότητας για την αναζήτηση, την τεκμηρίωση, την μελέτη και την ανάδειξη των ιδιαιτεροτήτων του θαλασσίου περιβάλλοντος, αναλαμβάνοντας συγχρόνως την σχετική ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού. Μέσω εξειδικευμένων προγραμμάτων εκπαίδευσης και ενάλιων δραστηριοτήτων που συντονίζουν ή συμμετέχουν τα μέλη της ΟΕΑ επιδιώκεται η ασφαλής και υπεύθυνη προσέγγιση στα βυθισμένα τεκμήρια της φυσικής και πολιτιστικής μας κληρονομιάς.